# Greek : An Intensive Course, 2nd Revised Edition, Unit 04 # by Hansen and Quinn, ISBN 978-0823216635 # Version 1.0 # Paul Denisowski (paul@denisowski.org) ἀγαθός, ἀγαθή, ἀγαθόν : good ἄν : (used in some conditional sentences) ἄξιος, ἀξία, ἄξιον : worthy, worth (+ gen.) ἀνάξιος, ἀνάξιον : unworthy (+gen.) ἀρχή, ἀρχῆς, ἡ : beginning; rule, empire γέφυρα, γεφύρας, ἡ : bridge διδάσκω, διδάξω, ἐδίδαξα, δεδίδαχα, δεδίδαγμαι, ἐδιδάχθην : teach δίκη, δίκης, ἡ : justice; lawsuit ἄδικος, ἄδικον : unjust δίκαιος, δικαία, δίκαιον : just ἐθέλω, ἐθελήσω, ἠθέλησα, ἠθέληκα, -, - : be willing, wish εἰ : if ἐάν : if ἡμέρα, ἡμέρας, ἡ : day θάλαττα, θαλάττης, ἡ : sea θάπτω, θάψω, ἔθαψα, -, τέθαμμαι, ἐτάφην : bury καίτοι : and further, and yet κακός, κακή, κακόν : bad, evil καλός, καλή, καλόν : beautiful, noble μετά (+ gen.) : with μετά (+ acc.) : after μοῖρα, μοίρας, ἡ : fate μοῦσα, μοῦσησ, ἡ : muse νεανίας, νεανίου, ὁ : young man ὅπλον, ὅπλου, τό : tool; (pl.) weapons ὁπλίτης, ὁπλίτου, ὁ : hoplite, heavy-armed foot-soldier πάλαι : long ago ποιητής, ποιητοῦ, ὁ : poet, author πολίτης, πολίτου, ὁ : citizen στρατιώτης, στρατιώτου, ὁ : soldier # end